Λαϊκές παραδόσεις και έθιμα του Πάσχα (3η συνέντευξη)
Ξεκινάμε την 3η συνέντευξη του προγράμματος και μαζί μας είναι η κα Άννα Λιβανίου και ο κος Πέτρος Αντώνογλου μόνιμοι κάτοικοι Χάλκης και οι δύο για να μας πουν για λαϊκές παραδόσεις, έθιμα κυρίως την περίοδο του Πάσχα, όπως τώρα.
- Άννα, τι πιστεύεις ότι ζουν σήμερα οι νέοι της ηλικίας σου ως προς αυτά τα έθιμα;
Αυτά τα έθιμα υπάρχουν εδώ και πολλά χρόνια, ίσως και αιώνες και κάποια κρατούν και στις δικές μας μέρες. Για παράδειγμα σε ότι αφορά την εκκλησία, οι ώρες της στη διάρκεια της μεγάλης εβδομάδας, είναι διαφορετικές απ’ την υπόλοιπη Ελλάδα. Την Μεγάλη Παρασκευή, στις 4μμ αρχίζει η εκκλησία, εκεί λέμε τα εγκώμια και στις 4.30 βγαίνει ο επιτάφιος. Έπειτα, το Μεγάλο Σάββατο στις 4 π.μ ξημερώματα Κυριακής γίνεται η μικρή ανάσταση και μετά το μεσημέρι γίνεται η εκκλησία. Τότε καίμε και τον Φράγκο, τον Ιούδα δηλαδή. Διαλέγουμε ως θέμα κάτι επίκαιρο, βαφτίζουμε τον Φράγκο έτσι και μετά τη λειτουργία τον καίμε.
Το προηγούμενο Σάββατο, του Λαζάρου, βγαίνουν τα παιδιά του Σχολείου και ντύνουν ένα αγόρι που υποδύεται τον Λάζαρο και μαζεύουν μαργαρίτες, λένε τα κάλαντα και πετάνε τις μαργαρίτες στα σπίτια μέσα.
- Κε Πέτρο, τι θυμάσαι να γινόταν τότε;
Από τη μεγάλη σαρακοστή άρχιζε η νηστεία. Πρόσεχαν οι πατριώτες μας να νηστεύουν και την μεγάλη εβδομάδα να μεταλαμβάνουν τη Θεία Κοινωνία.
Τη Μεγάλη Παρασκευή, έβγαιναν τα παιδιά του σχολείου έξω στον οικισμό, κρατούσαν δίσκους και μάζευαν λουλούδια από τις νοικοκυρές και έλεγαν τη φράση Λουλούγια για τον επιτάφιο. Οι νοικοκυρές, τα λουλούδια αυτά τα φύλαγαν σαν κόρη οφθαλμού, να τα δώσουν στα παιδιά για να ντύσουν τον επιτάφιο.
Τότε μια κοπέλα ανύπαντρη, το όνομά της ήταν βοσκοπούλα Χρυσοβέργη, έφευγε τη Μεγάλη Πέμπτη για τον Αι Γιώργη του Ρυακιού δύο ώρες να πάει κι’ άλλες τόσες να ‘ρθει, και έφερνε τα αγριολούλουδα, και το λουλούδι Αθάνατο σε χρώμα κίτρινο, και στόλιζε τον επιτάφιο.
Το Μεγάλο Σάββατο δεν εσφάζετο το αρνί, εάν ο παπάς δεν χτυπούσε την καμπάνα. Το αρνί εδώ το λέμε οφτό. Βάζαμε τα αρνιά σε φούρνους το απόγευμα του Μεγάλου Σαββάτου. Την ημέρα του Πάσχα για να ανοίξουν οι φούρνοι έπρεπε να χτυπήσει πάλι η καμπάνα. Σήμερα, λίγο πολύ ισχύουν τα ίδια, μόνο που τα οφτά τα βάζουν πια πολλοί σε ηλεκτρικούς φούρνους. - Άννα: Μέχρι πριν από 8 – 9 χρόνια τα πρόλαβα και εγώ. Πριν τα εγκώμια της Θεοτόκου, στην εκκλησία έψελναν τη φράση Έρανον τον Τάφον αι Μυροφόροι Μύρα. Αυτά τα λουλούδια είχαμε μαζέψει εμείς. Τώρα πια φέρνουν λουλούδια έτοιμα.
- Πέτρος: Αν έχει αλλοιωθεί το έθιμο των λουλουδιών δεν φταίμε οι μόνιμοι κάτοικοι. Φταίνε κάποιοι επισκέπτες που για να μην ταλαιπωρηθούν έφερναν έτοιμα λουλούδια και από το προηγούμενο βράδυ στόλιζαν τον επιτάφιο.
- Άννα: Οι Χαλκίτες που μένουν αλλού μας αλλοίωσαν τα έθιμα αυτά. Εγώ θυμάμαι το τραγούδι Σήμερα μαύρος ουρανός….. Τώρα δεν το λέμε πια. Φταίω και εγώ, δεν λέω, όμως φταίμε πολλοί για αυτό.
- Πέτρος: Την Μεγάλη Πέμπτη κάθε γυναίκα, κάθε σπιτικό που είχε χάσει κάποιον στα σφουγγάρια ή αλλού, όταν τελείωνε η εκκλησία, μετά τη σταύρωση πήγαιναν κάτω απ’ τον εσταυρωμένο, έβγαζαν το μαντήλι και άρχιζαν να μοιρολογούν.
- Άννα: Έχει χαθεί πλέον το πένθιμο της ημέρας, ότι χάσαμε τον Χριστό – δεν το ζούμε πια. Δεν νηστεύουμε πια κλπ. Η γιαγιά μου εάν δεν πηγαίναμε στην εκκλησία γινόταν χαμός. Τα νέα παιδιά τώρα πλέον δεν έχουν κανένα τέτοια άκουσμα ή βίωμα.
- Πέτρος: Θυμάμαι ότι όταν φυλάγαμε τον επιτάφιο, μέχρι να χτυπήσει η καμπάνα, λέγαμε πένθιμα τραγούδια: Σήμερα μαύρος ουρανός, σήμερον μαύρη μέρα, σήμερα εσταυρώσανε τον πάντων Βασιλέα. Αυτά τα τραγούδια μας έκαναν να δενόμαστε πολύ περισσότερο με τα ήθη και έθιμα του νησιού μας. Φτιάχναμε επίσης τα Λαζαράκια, ψωμάκια όπου βάζαμε καρύδια, επειδή θα άρχιζε νηστεία την Μεγάλη εβδομάδα και τα δίναμε σε συγγενείς και φίλους. Πολλοί φτιάχνανε κουλούρια στα νοικοκυριά, πολλά κιλά, 30 ή 40 κιλά κουλούρια, με Χαλκίτικο βούτυρο και τα στέλνανε και σε συγγενείς τους έξω απ’ τη Χάλκη. Και εγώ ήμουν ζυμωτής τότε, μετά το ζύμωμα αρχίζαμε το πιοτό. Όλα με τα χέρια. Μετά οι γυναίκες τα έψηναν στους φούρνους της γειτονιάς. Μετά οι γυναίκες έκαναν τις αυγούλες, τις αυγόπιτες και έβαζαν πάνω 15, 20 αυγά και αυτήν την αυγούλα τη φύλαγαν για το αγαπημένο τους πρόσωπο στην ξενιτιά.